ἀποστολεύς

ἀποστολεύς
ἀποστολεύς
one who dispatches
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἀποστολεῖς — ἀποστολεύς one who dispatches masc acc pl ἀποστολεύς one who dispatches masc nom/voc pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποστολῆς — ἀποστολεύς one who dispatches masc nom pl ἀποστολεύς one who dispatches masc nom/voc pl ἀποστολή sending off fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποστολέων — ἀποστολεύς one who dispatches masc gen pl ἀποστολέω̆ν , ἀποστολεύς one who dispatches masc gen pl ἀποστολή sending off fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποστολέως — ἀποστολέω̆ς , ἀποστολεύς one who dispatches masc gen sg ἀποστολεύς one who dispatches masc nom sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποστολέας — ο (ΑΜ ἀποστολεύς) [αποστέλλω] αυτός που αποστέλλει κάτι σε κάποιον νεοελλ. 1. αυτός που στέλνει επιστολή, τηλεγράφημα ή δέμα, σημειώνοντας το όνομα και τη διεύθυνση του 2. αυτός που αναλαμβάνει την αποστολή αντικειμένων τα οποία παραδίδονται σ… …   Dictionary of Greek

  • ἀποστολῇ — ἀποστολῆι , ἀποστολεύς one who dispatches masc dat sg (epic ionic) ἀποστολή sending off fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποστολέα — ἀποστολέᾱ , ἀποστολεύς one who dispatches masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποστολέας — ἀποστολέᾱς , ἀποστολεύς one who dispatches masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”